Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: auf και auftun

III . auf [aʊf] ΕΠΊΡΡ

1. auf (hinauf):

auf

I . auf|tun irr VERB μεταβ

1. auftun (öffnen):

2. auftun οικ (entdecken):

3. auftun (Essen):

II . auf|tun irr VERB αυτοπ ρήμα

auftun sich auftun:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский