στο λεξικό PONS
Um·lei·tungs·schild <-(e)s, -er> ΟΥΣ ουδ
Ein·gangs·steu·er·satz ΟΥΣ αρσ
Ein·gangs·stem·pel <-s, -> ΟΥΣ αρσ
Wa·ren·ein·gangs·buch <-(e)s, -bücher> ΟΥΣ ουδ
Zah·lungs·ein·gang <-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ αρσ kein πλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Ein·gangs·kon·trol·le <-, -n> ΟΥΣ θηλ ΕΜΠΌΡ
Ein·gangs·hal·le <-, -n> ΟΥΣ θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Zahlungseingang ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
Bevölkerungsschicht ΟΥΣ θηλ ΑΣΦΆΛ
Ordereingang ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Wiedereingang ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
Ingangsetzung ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Eingang vorbehalten phrase ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Eingangsfehler ΠΡΟΤΥΠΟΠ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.