Γαλλικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „perso“ στο λεξικό Γαλλικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Γαλλικά)

II . individuel(le) [ɛ͂dividɥɛl] ΟΥΣ αρσ(θηλ) (sportif)

Einzelkämpfer(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με perso

page personnelle [ou perso οικ]
Homepage θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "perso" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina