Γαλλικά » Γερμανικά

pétant(e) [petɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ οικ

huit heures pétant[es]
Punkt [o. Schlag οικ] acht [Uhr]
midi pétant

I . péter [pete] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

1. péter:

furzen οικ

2. péter (éclater):

péter un câble μτφ πολύ οικ! ιδιωτ
péter un câble μτφ πολύ οικ! ιδιωτ
péter dans la soie (vivre dans le luxe) μτφ πολύ οικ! ιδιωτ
in Saus und Braus leben μτφ

Παραδειγματικές φράσεις με pétant

midi pétant

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "pétant" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina