Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „einschmeißen“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

ein|schmeißen ΡΉΜΑ μεταβ ανώμ οικ

1. einschmeißen (einwerfen):

ein Fenster einschmeißen

2. einschmeißen (einnehmen):

einschmeißen

Παραδειγματικές φράσεις με einschmeißen

ein Fenster einschmeißen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "einschmeißen" σε άλλες γλώσσες

"einschmeißen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina