Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Pfeifsprache , amouracher και arracher

II . arracher [aʀaʃe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

1. arracher:

4. arracher οικ (partir):

abhauen οικ

amouracher [amuʀaʃe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα μειωτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina