l'habitude στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για l'habitude στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. habitude (manière d'agir):

ils ont l'habitude de se coucher tôt

2. habitude (fait d'être accoutumé):

avoir l'habitude de qc
avoir l'habitude de faire
t'inquiète pas, j'ai l'habitude
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για l'habitude στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
quelqu'un qui n'a pas l'habitude
il n'a pas l'habitude
habitude θηλ
avoir l'habitude de faire
avoir l'habitude de faire
prendre/perdre l'habitude de faire qc

l'habitude στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για l'habitude στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για l'habitude στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
habitude θηλ
avoir l'habitude de faire qc
prendre l'habitude de faire qc
prendre l'habitude de qc
the usual οικ
avoir l'habitude de faire qc
Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski