Oxford Spanish Dictionary
práctico1 (práctica) ΕΠΊΘ
1. práctico:
3.1. práctico [ser] (desenvuelto):
στο λεξικό PONS
I. práctico (-a) ΕΠΊΘ
II. práctico (-a) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- práctico (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.