Oxford Spanish Dictionary
oeste1 ΕΠΊΘ invariable
oeste región:
oeste2 ΟΥΣ αρσ
1. oeste (parte, sector):
2. oeste (punto cardinal):
lejano (lejana) ΕΠΊΘ
1. lejano lugar/época:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- lehendakari
- leíble
- leída
- leído
- leísmo
- Lejano Oeste
- Lejano Oriente
- lejía
- lejísimos
- lejos
- lejura