στο λεξικό PONS
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Asset-Sale ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Asset-Sale (Anlagenverkauf)
- asset sale
Point-of-Sale ΟΥΣ αρσ ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
Point-of-sale ohne Zahlungsgarantie phrase ΕΠΕΞΕΡΓ ΣΥΝΑΛΛ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.