Kom·po·nen·te <-, -n> [kɔmpoˈnɛntə] ΟΥΣ θηλ
1. Komponente (Bestandteil):
2. Komponente (Gesichtspunkt):
High·tech-Kom·po·nen·te [ˈhaiˈtɛk-] ΟΥΣ θηλ
- mischbare Komponenten
-
- wasserdampfflüchtige Komponenten eines Gemisches
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.