Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
particularité [paʀtikylaʀite] ΟΥΣ θηλ
1. particularité (caractéristique):
2. particularité:
στο λεξικό PONS
particularité [paʀtikylaʀite] ΟΥΣ θηλ
1. particularité (caractère):
2. particularité (caractéristique):
- qn/qc a la particularité de ...
-
particularité [paʀtikylaʀite] ΟΥΣ θηλ
1. particularité (caractère):
2. particularité (caractéristique):
- qn/qc a la particularité de ...
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
- qn/qc a la particularité de ...