Oxford Spanish Dictionary
reasonable [αμερικ ˈriz(ə)nəb(ə)l, βρετ ˈriːz(ə)nəb(ə)l] ΕΠΊΘ
1. reasonable offer/request/person:
- reasonable
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.