Oxford Spanish Dictionary
I. prone [αμερικ proʊn, βρετ prəʊn] ΕΠΊΘ
1. prone (liable, disposed) pred:
accident-prone [αμερικ ˈæksədəntˌproʊn, βρετ ˈaksɪd(ə)ntprəʊn] ΕΠΊΘ
- accident-prone
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.