Oxford Spanish Dictionary
forbidden1 [αμερικ fərˈbɪdn, βρετ fəˈbɪd(ə)n] παρελθ part forbid
forbid <παρελθ forbad forbade, μετ παρακειμ forbidden> [αμερικ fərˈbɪd, βρετ fəˈbɪd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. forbid (not allow):
forbidden2 ΕΠΊΘ
forbid <παρελθ forbad forbade, μετ παρακειμ forbidden> [αμερικ fərˈbɪd, βρετ fəˈbɪd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. forbid (not allow):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.