στο λεξικό PONS
Scot·land [ˈskɒtlənd, αμερικ ˈskɑ:t-] ΟΥΣ
yard1 [jɑ:d, αμερικ jɑ:rd] ΟΥΣ
1. yard (3 feet):
yard2 [jɑ:d, αμερικ jɑ:rd] ΟΥΣ
2. yard:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- scotch
- Scotch broth
- Scotch egg
- Scotchman
- Scotch mist
- Scotland Yard
- Scots
- Scots fir
- Scots Gaelic
- Scotsman
- Scots pine
