Ελληνικά » Γερμανικά

I . ζήτω [ˈzitɔ] ΕΠΙΦΏΝ

II . ζήτω [ˈzitɔ] SUBST ουδ

ζήτω
Hochruf αρσ

ζητ|ώ <-άς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [ziˈtɔ] VERB μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский