Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απαιτώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απαιτ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [apɛˈtɔ] VERB μεταβ

1. απαιτώ (ζητώ):

απαιτώ

2. απαιτώ (διεκδικώ):

απαιτώ

3. απαιτώ (χρειάζομαι):

απαιτώ

Παραδειγματικές φράσεις με απαιτώ

απαιτώ εξηγήσεις!

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский