Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: bekritzeln , Vereitelung , Verästelung , kritteln , Mitteilung , Anzettelung , Bekräftigung και bekriegen

kritteln [ˈkrɪtəln] ΡΉΜΑ αμετάβ μειωτ

Verästelung <-, -en> ΟΥΣ θηλ

Vereitelung <-; χωρίς πλ> ΟΥΣ θηλ

I . bekriegen* ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

II . bekriegen* ΡΉΜΑ μεταβ

Bekräftigung <-, -en> ΟΥΣ θηλ

Anzettelung θηλ
Anzettelung θηλ
fomentation (f) λογοτεχνικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "bekrittelung" σε άλλες γλώσσες

"bekrittelung" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina