Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: reugeld , Reugeld , beugen , Beugel , zeugen , Beuge και Zeuge

Zeuge (Zeugin) <-n, -n> [ˈtsɔɪgə] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

ιδιωτισμοί:

Beuge <-, -n> [ˈbɔɪgə] ΟΥΣ θηλ

1. Beuge:

pliure θηλ

2. Beuge (Rumpfbeuge):

flexion θηλ

zeugen1 [ˈtsɔɪgən] ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ

Beugel <-s, -> ΟΥΣ αρσ A

croissant αρσ

I . beugen [ˈbɔɪgən] ΡΉΜΑ μεταβ

1. beugen (neigen):

2. beugen ΓΡΑΜΜ:

Βλέπε και: gebeugt

II . gebeugt ΕΠΊΡΡ

Reugeld ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ

Reugeld ουδ ΝΟΜ CH
dédit αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina