Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „dichtbelaubt“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

dicht·be·laubt ΕΠΊΘ προσδιορ

dichtbelaubt → dicht

Βλέπε και: dicht

I . dicht [dɪçt] ΕΠΊΘ

6. dicht κατηγορ, αμετάβλ οικ (geschlossen):

ιδιωτισμοί:

nicht ganz dicht sein μειωτ οικ
to be off one's head μειωτ οικ

II . dicht [dɪçt] ΕΠΊΡΡ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Jeder Spross der Myrte muss drei Blättchen aufweisen, denn damit entspricht er der Bedingung von "dichtbelaubt".
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "dichtbelaubt" σε άλλες γλώσσες

"dichtbelaubt" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文