Γαλλικά » Γερμανικά

esquimau (esquimaude) <x> [ɛskimo, ɛskimod] ΕΠΊΘ

Esquimau (Esquimaude) [ɛskimo, ɛskimod] ΟΥΣ αρσ, θηλ

Esquimau (Esquimaude)
Eskimo αρσ /Eskimofrau θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "esquimaude" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina