Γαλλικά » Γερμανικά

I . éclair [eklɛʀ] ΟΥΣ αρσ

1. éclair ΜΕΤΕΩΡ:

Blitz αρσ

2. éclair ΦΩΤΟΓΡ:

[Licht]blitz αρσ

3. éclair ΜΑΓΕΙΡ:

Eclair ουδ

II . éclair [eklɛʀ] ΠΑΡΆΘ αμετάβλ

Παραδειγματικές φράσεις με éclairs

jeter des éclairs cristal:
ses yeux lancent des éclairs

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina