l'écoute στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για l'écoute στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. écoute (fait d'écouter):

être à l'écoute de qc/qn κυριολ
être à l'écoute de qc/qn (être attentif à)
vous êtes à l'écoute de radio X
restez à l'écoute (de nos programmes)
être à l'écoute de l'autre

2. écoute (audience):

heure de grande écoute ΡΑΔΙΟΦ

1. écouter (s'appliquer à entendre):

Μεταφράσεις για l'écoute στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
écoute θηλ
formé à l'écoute

l'écoute στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για l'écoute στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

III.écouter [ekute] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα (s'observer avec complaisance)

Μεταφράσεις για l'écoute στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
écoute θηλ
pastoral work βρετ

l'écoute Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

être à l'écoute d'une radio
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski