Αγγλικά » Γαλλικά

I . lost [lɒst, αμερικ lɑ:st] ΡΉΜΑ

lost παρελθ, μετ παρακειμ of lose

II . lost [lɒst, αμερικ lɑ:st] ΕΠΊΘ

ιδιωτισμοί:

a lost cause

Βλέπε και: lose

II . lose <lost, lost> [lu:z] ΡΉΜΑ αμετάβ

long-lost ΕΠΊΘ

II . lose <lost, lost> [lu:z] ΡΉΜΑ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski