amour στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για amour στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

amour [βρετ əˈmʊə, αμερικ əˈmʊr, ɑˈmʊr] ΟΥΣ λογοτεχνικό or χιουμ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
amour αρσ libre

Μεταφράσεις για amour στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

2. amour (inclination personnelle):

3. amour (profond attachement):

pour l'amour de Dieu κυριολ

II.amours ΟΥΣ αρσ πλ (feminine in literary and formal language)

amour στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για amour στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

II.amour [amuʀ] ΟΥΣ mpl θηλ si poétique

amour-propre <amours-propres> [amuʀpʀɔpʀ] ΟΥΣ αρσ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για amour στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
nid αρσ d'amour
pomme θηλ d'amour
pomme θηλ d'amour

amour Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Ma doulce amour is preserved in three manuscripts and is the more complicated of the two.
en.wikipedia.org
She was wearing a skin-tight red t-shirt dress with a pin bearing the work amour.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "amour" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski