I. nanáša|ti <-m; nanašal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ
I. zanáša|ti <-m; zanašal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ
nihajóč <-a, -e> ΕΠΊΘ
nánjo ΑΝΤΩΝ
nanjo = na njo, na:
I. na ΠΡΌΘ +ak [nà]
6. na:
7. na (delitev):
II. na ΠΡΌΘ +lok [nà]
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.