στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
rubrica <πλ rubriche> [ruˈbrika, ke] ΟΥΣ θηλ
3. rubrica ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ:
4. rubrica (in filologia):
- rubrica
-
ιδιωτισμοί:
- rubrica cinematografica
-
- rubrica finanziaria
-
- rubrica letteraria
-
- rubrica di pettegolezzi
-
- rubrica degli spettacoli
-
- rubrica telefonica
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.