στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
 
  
 I. omosessuale [omosessuˈale] ΕΠΊΘ
II. omosessuale [omosessuˈale] ΟΥΣ αρσ θηλ
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
 I. omosessuale [o·mo·ses·su·ˈa:·le] ΕΠΊΘ
II. omosessuale [o·mo·ses·su·ˈa:·le] ΟΥΣ αρσ θηλ
 
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
