Oxford Spanish Dictionary
tieso1 (tiesa) ΕΠΊΘ
2.1. tieso:
2.2. tieso οικ (muerto):
στο λεξικό PONS
tieso (-a) ΕΠΊΘ
1. tieso (rígido):
tieso (-a) [ˈtje·so, -a] ΕΠΊΘ
1. tieso (rígido):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.