Oxford Spanish Dictionary
ambulante ΕΠΊΘ
venta ΟΥΣ θηλ
1. venta ΕΜΠΌΡ:
vendedor2 (vendedora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. vendedor:
στο λεξικό PONS
I. ambulante ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- ámbito
- ambivalencia
- ambivalente
- ambo
- ambos
- ambulantes
- ambulatorio
- AME
- ameba
- amebiasis
- amedrentador