I. voll·mun·dig ΕΠΊΘ
II. voll·mun·dig ΕΠΊΡΡ
1. vollmundig (abgerundet):
2. vollmundig μειωτ (großspurig):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.