I. ein·stim·mig2 [ˈainʃtɪmɪç] ΕΠΊΘ
- einstimmig
-
II. ein·stim·mig2 [ˈainʃtɪmɪç] ΕΠΊΡΡ
- einstimmig
-
-
- einstimmig
-
- einstimmig
-
- einstimmig
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.