στο λεξικό PONS
UVP <-, -s> ΟΥΣ θηλ
UVP συντομογραφία: Umweltverträglichkeitsprüfung
Umweltverträglichkeitsprüfung ΠΕΡΙΒ
Um·welt·ver·träg·lich·keits·prü·fung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Um·welt·ver·träg·lich·keits·prü·fung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ener·gie·ver·sor·gungs·un·ter·neh·men <-s, -> ΟΥΣ ουδ, EVU ΟΥΣ ουδ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
GuV ΟΥΣ θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.