Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. allemand (allemande) [almɑ̃, ɑ̃d] ΕΠΊΘ
- allemand (allemande)
-
II. allemand ΟΥΣ αρσ
allemand αρσ ΓΛΩΣΣ:
- allemand
-
- braque allemand
-
στο λεξικό PONS
allemand [almɑ̃] ΟΥΣ αρσ
- allemand
-
français [fʀɑ̃sɛ] ΟΥΣ αρσ
1. français:
allemand(e) [almɑ̃, ɑ̃d] ΕΠΊΘ
- allemand(e)
-
Allemand(e) [almɑ̃, ɑ̃d] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Allemand(e)
-
allemand [almɑ͂] ΟΥΣ αρσ
- allemand
-
français [fʀɑ͂sɛ] ΟΥΣ αρσ
1. français:
allemand(e) [almɑ͂, ɑ͂d] ΕΠΊΘ
- allemand(e)
-
Allemand(e) [almɑ͂, ɑ͂d] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
- Allemand(e)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.