στο λεξικό PONS
re·ˈceiv·ing or·der ΟΥΣ βρετ ΟΙΚΟΝ
re·ˈceiv·ing line ΟΥΣ
re·ˈceiv·ing set ΟΥΣ ΡΑΔΙΟΦ
ˈleav·ing par·ty ΟΥΣ
heav·ing [ˈhi:vɪŋ] ΕΠΊΘ
-
- schwankend προσδιορ
school-leav·ing cer·ˈtifi·cate ΟΥΣ βρετ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
funds saving ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-
- Fondssparen ουδ
investment saving ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
zero saving ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-
- Nullersparnis θηλ
own saving ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-
- Eigenersparnis θηλ
cost saving ΟΥΣ CTRL
tax saving model ΟΥΣ ΦΟΡΟΛ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
weaving ΥΠΟΔΟΜΉ
weaving section ΥΠΟΔΟΜΉ
having equal rights
journey time saving, journey-time saving
cobbled paving ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.