στο λεξικό PONS
analy·sis <pl analyses> [əˈnæləsɪs, pl -si:z] ΟΥΣ
1. analysis:
I. retro·spec·tive [ˌretrə(ʊ)ˈspektɪv, αμερικ -rəˈ-] ΕΠΊΘ
1. retrospective (looking back):
2. retrospective esp ΝΟΜ:
II. retro·spec·tive [ˌretrə(ʊ)ˈspektɪv, αμερικ -rəˈ-] ΟΥΣ
prof·it·abil·ity [ˌprɒfɪtəˈbɪləti, αμερικ ˌprɑ:fɪt̬əˈbɪlət̬i] ΟΥΣ no pl
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
retrospective profitability analysis ΟΥΣ CTRL
profitability ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Αναζήτηση στο λεξικό
- retrofit
- retrograde
- retrogress
- retrogression
- retrogressive
- retrospective profitability analysis
- retroviral insertion
- retrovirus
- retry
- retsina
- Rett syndrome