στο λεξικό PONS
plaque [plɑ:k, plæk, αμερικ plæk] ΟΥΣ
1. plaque (plate):
2. plaque no pl ΙΑΤΡ:
- plaque
-
- plaque
- Plaque θηλ <-, -s> ειδικ ορολ
ˈplaque-bust·ing ΕΠΊΘ αμετάβλ
me·mo·rial ˈplaque ΟΥΣ
- memorial plaque
-
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
plaque ΥΠΟΔΟΜΉ
- plaque
-
-
- plaque
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- brass plaque
- Messingschild ουδ
- stone plaque
- Steintafel θηλ
- commemorative [or memorial]plaque
- commemorative plaque