στο λεξικό PONS


ˈout·flow ΟΥΣ
capi·tal ˈout·flow ΟΥΣ
1. capital outflow ΧΡΗΜΑΤΟΠ:
2. capital outflow ΟΙΚΟΝ:


Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS


cash outflows ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- cash outflows
-
cash outflow ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
capital outflow ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
capital outflow ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
cash outflow ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
net outflow ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
sustained capital outflow ΟΥΣ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
outflow of funds ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Mittelabfluss αρσ


-
- cash outflows πλ
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
currency outflow [ˈkʌrensiˌaʊtfləʊ]
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.