στο λεξικό PONS
Be·reit·schafts·dienst <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ
- Bereitschaftsdienst von Apotheker a.
-
nach·börs·lich [ˈna:xbœrslɪç] ΕΠΊΘ αμετάβλ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Nachbörse ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
after-hours market ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
after-hours dealing/trading ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.