attaccato στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για attaccato στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.attaccato [attakˈkato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

attaccato → attaccare

Βλέπε και: attaccare

10. attaccare (assalire) ΣΤΡΑΤ:

11. attaccare cane:

“at 'em!” he said to his dog βρετ
“sic!” he said to his dog αμερικ

II.attaccare [attakˈkare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
essere attaccato alle -e di qn

Μεταφράσεις για attaccato στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
attaccato alle cose terrene
aderire, stare attaccato a
rimanere attaccato
galleggiante αρσ (attaccato in cima e in fondo alla lenza)

attaccato στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για attaccato στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για attaccato στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
l'uomo è stato attaccato da una tigre
essere attaccato (senza intervalli)
essere attaccato

attaccato Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

stare attaccato alla sottana della mamma μτφ
attaccato alle -e della mamma οικ
l'uomo è stato attaccato da una tigre

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "attaccato" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski