Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: μακιγιάζ , μακιγιάρω , ντεμακιγιάζ , μακάριος , μακριά , μακάρι και μακιγιάρισμα

μακιγιάζ [maciˈjaz] SUBST ουδ αμετάβλ

μακιγιάρ|ω <-ισα, -ίστηκα, -ισμένος> [maciˈjarɔ] VERB μεταβ

ντεμακιγιάζ [dɛmaciˈjaz] SUBST ουδ αμετάβλ

μακιγιάρισμα [maciˈjarizma] SUBST ουδ

μακάρι|ος <-α, -ο> [maˈkariɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский