Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξερα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξέρα [ˈksɛra] SUBST θηλ

1. ξέρα (ύφαλος):

Riff ουδ

2. ξέρα (ξηρασιά):

Dürre θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με ξερα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский