Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Ölpest , damals , damit , dampfen και Damast

Damast <-(e)s, -e> [daˈmast] SUBST αρσ

dampfen [ˈdampfən] VERB αμετάβ (Essen)

Ölpest <-> SUBST θηλ ενικ ΟΙΚΟΛ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский