Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ευχαριστημένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ευχαριστημέν|ος <-η, -ο> [ɛfxaristiˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

ευχαριστημένος με/από
έμεινε ευχαριστημένος

Παραδειγματικές φράσεις με ευχαριστημένος

έμεινε ευχαριστημένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский