Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Woche , Jauche , Seuche , Suche και Buche

Buche <-, -n> [ˈbuːxə] ΟΥΣ θηλ

hêtre αρσ

Seuche <-, -n> [ˈzɔɪçə] ΟΥΣ θηλ

1. Seuche:

épidémie θηλ

2. Seuche μειωτ οικ (Plage):

plaie θηλ

Jauche <-, -n> [ˈjaʊxə] ΟΥΣ θηλ

purin αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina