Γερμανικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „tiefbetrübt“ στο λεξικό Γερμανικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Γερμανικά)

tief·be·trübt ΕΠΊΘ αμετάβλ

tiefbetrübt → tief

Βλέπε και: tief

I . tief [ti:f] ΕΠΊΘ

II . tief [ti:f] ΕΠΊΡΡ

2. tief (weiter unten):

5. tief ΜΌΔΑ:

7. tief (dunkel):

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Mit einer Kopfrose kehrte er 1917 tiefbetrübt aus dem Krieg zurück.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"tiefbetrübt" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文