Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

leid στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για leid στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. lead (guide, escort):

5. lead (be ahead of):

lead ΑΘΛ, ΕΜΠΌΡ rival

6. lead (cause, influence):

1. lead (go, be directed):

leid στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για leid στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski