στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
ospitalità <πλ ospitalità> [ospitaliˈta] ΟΥΣ θηλ
1. ospitalità (accoglienza):
- ospitalità
-
- approfittare, approfittarsi di gentilezza, ospitalità
-
στο λεξικό PONS
ospitalità <-> [os·pi·ta·li·ˈta] ΟΥΣ θηλ
1. ospitalità (caratteristica):
- ospitalità
-
2. ospitalità (accoglienza):
- ospitalità
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.