στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. infinito [infiˈnito] ΕΠΊΘ
2. infinito (immenso):
3. infinito (innumerevole):
4. infinito ΓΛΩΣΣ:
II. infinito [infiˈnito] ΟΥΣ αρσ
1. infinito:
3. infinito ΓΛΩΣΣ:
στο λεξικό PONS
infinito2 ΟΥΣ αρσ
1. infinito (spazio, tempo illimitato):
3. infinito ΓΛΩΣΣ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.